ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η Ψυχοθεραπευτική «Βραχεία» Μέθοδος & η Πρακτική Εφαρμογή της
Από την Ψυχοθεραπεύτρια Δέσποινα Αρχοντάκη.
Γιατί εφαρμόζω Βραχείες Ψυχοθεραπείες;
Τις τελευταίες δεκαετίες, η ανάγκη για την ανεύρεση συντομότερων χρονικά και, επομένως, λιγότερο δαπανηρών μορφών ψυχοθεραπείας οδήγησε στην εμφάνιση διαφόρων τύπων παρέμβασης, με διαφορετικά ονόματα που τους έδωσαν οι ιδρυτές τους, που μπορούν όμως να καλυφθούν κάτω από το γενικό όνομα βραχεία ψυχοθεραπεία.
Κοινά χαρακτηριστικά όλων των βραχειών ψυχοθεραπειών είναι:
Η εστίαση στο μέλλον και στη λύση.
Η εστίαση, δηλαδή, σε αυτήν την αλλαγή χωρίς την προσπάθεια για πιο εκτεταμένη ανάλυση του παρελθόντος ή των παιδικών χρόνων, όπως στην ψυχανάλυση.
Αυτός είναι και ο λόγος που θεωρώ αυτόν τον τύπο θεραπείας ως την πιο ευγενή ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, με την έννοια ότι δεν είναι καθόλου βίαιη, αφού ο συμβουλευόμενος δεν χρειάζεται να αναπαραγάγει για ακόμη μία φορά τις δυσκολίες ή τις θλιβερές εμπειρίες του παρελθόντος του.
Ακόμη θυμάμαι στο μεταπτυχιακό μου την έκπληξή μου, όταν στους ψυχοθεραπευτικούς διαλόγους που ανέπτυσσα με τους συμφοιτητές μου, ως άσκηση, ο καθηγητής δεν μας επέτρεπε να αναφερθούμε, καν, στο πρόβλημα που μας έφερνε στη θεραπεία. Έπρεπε λοιπόν να οδηγήσουμε το συμβουλευόμενο στη λύση, χωρίς καν να «ονοματίσουμε» το πρόβλημα. Και αυτό το βρίσκω απελευθερωτικό.
Η άμεση και ενεργητική στάση του θεραπευτή
με παρεμβάσεις και συνεχή προσπάθεια διατήρησης και εστίασης της προσοχής του συμβουλευόμενου στη συγκεκριμένη περιοχή – στόχο.
Η αλήθεια είναι ότι η παγκόσμια βιβλιογραφία αποδεικνύει, καθημερινά, την αποτελεσματικότητα αυτού του τύπου παρέμβασης και, από την εμπειρία μου στο Ηνωμένο Βασίλειο, μπορώ να πω ότι είναι και το μόνο είδος ψυχοθεραπείας που καλύπτεται από το ταμείο υγείας.
Και μια Αυτοανάλυση…
Από τη στιγμή που εφαρμόζω την ψυχοθεραπεία και τη συμβουλευτική στους άλλους, θεωρώ ότι είναι δίκαιο να κάνω και εγώ την ανάλυσή μου ως θεραπεύτρια.
Αναγνωρίζοντας, λοιπόν, την ανισορροπία δύναμης στη σχέση θεραπευτή - θεραπευόμενου, σύμβουλου - συμβουλευόμενου, προσπαθώ να ενισχύω τη δυνατότητα για μια ισότιμη θεραπευτική σχέση, εξηγώντας τη θεραπευτική διαδικασία. Δηλαδή, μιλώντας για τη στρατηγική που θα ακολουθήσουμε, τις αξίες μου και τις προσδοκίες μου σε σχέση με τη δουλειά που καλούμαστε να κάνουμε μαζί.
Παρόλο που θεωρώ πολύ σημαντικό το να διερευνήσω γρήγορα το θεραπευτικό στόχο, δηλαδή το πού θέλει να πάει ο άλλος/η, δεν τον/την διακόπτω, όταν αντιληφθώ ότι έχει ανάγκη να μιλήσει για το πρόβλημα.
Πάντα αναλογίζομαι το κοινωνικό πλαίσιο, τις αξίες και την προσωπικότητα του άλλου, προσπαθώντας να είμαι ανοικτή και να αντιλαμβάνομαι τις καταστάσεις από τη δική του οπτική.
Για παράδειγμα, το ότι αναγνωρίζω ότι οι γυναίκες κοινωνικοποιούνται με τρόπο που τις κάνει ευαίσθητες στα συναισθήματα των άλλων και, συνεπώς, συχνά ευάλωτες στην αρνητική αυτοκριτική και την αποτυχία έχει ενισχύσει την ευαισθητοποίησή μου σε ανάλογα θεραπευτικά ερεθίσματα.
Επαναπροσδιορίζοντας τις αρνητικές κρίσεις του θεραπευόμενου σε σχέση με τις συμπεριφορές ή τα χαρακτηριστικά του ίδιου ή των άλλων, μετατοπίζοντας την οπτική του γωνία από το αρνητικό στο θετικό, υιοθετώντας μια γλώσσα θετική, μια γλώσσα δυνατοτήτων και εστιάζοντας σε πρακτικές λύσεις, όπως διαφορετικές συμπεριφορές και διαφορετικά μοτίβα επικοινωνίας, προσπαθώ να μετατρέψω τις αδυναμίες σε δυνατότητες.
Θεωρώντας πολύ σημαντικά τα συναισθήματα των συμβουλευόμενων, τους ενθαρρύνω να συνεχίσουν να κάνουν ό,τι θεωρούν ότι είναι χρήσιμο στη διατήρηση της αλλαγής, δηλαδή μιας επιθυμητής συμπεριφοράς ή σχέσης, θεωρώντας ότι ο κάθε άνθρωπος είναι αυθεντία σε ό,τι αφορά τη ζωή του. Και, άρα, ο καθένας θα κρίνει τη χρησιμότητα της θεραπευτικής δουλειάς στην καθημερινότητά του.